Τα παραδείγματα των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά και του ΙΚΕΑ δεν περιορίζονται μόνον στο πλαίσιο κάποιων χαρακτηριστικών προβληματικών αιχμών που αφορούν την περιοχή του Αιγάλεω αλλά είναι ευθεία προβολή του γενικότερου φαινόμενου της αναδιάρθρωσης του ελληνικού καπιταλισμού. Η μετάβαση από τον λεγόμενο δευτερογενή τομέα (την βιομηχανία, τις κατασκευές, την μεταποίηση) στον τριτογενή (υπηρεσίες, μεταφορές) δεν προβάλλεται στα δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα των Ναυπηγείων και του ΙΚΕΑ ως μια απλή σύμπτωση αλλά ως δηκτικά αποτελέσματα ενός συνολικότερου σχεδιασμού.
Η γραμμική αποδιάρθρωση των Ναυπηγείων, ως αργή διαδικασία μιας αναπόφευκτης παρακμής, μιας παρατεταμένης κρίσης λόγω του «σκληρού ανταγωνισμού στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης» σημαίνει και γραμμική αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων. Μπορεί η αποδιάρθρωση αυτή να συνοδεύεται κατά καιρούς από φρούδες ελπίδες, ελπίδες που τροφοδοτούνται από την φτηνή ρητορεία των εκάστοτε αναδόχων της επιχείρησης, μπορεί να εμφανίζεται μια φαινομενική ανάσχεση της κρίσης αλλά, τελικά, η κρίση είναι αυτή που επιστρέφει κάθε φορά δυνατότερη επιβεβαιώνοντας τον ανεπίστρεπτο χαρακτήρα της οριστικής διάλυσης. Το κλίμα αυτό της αποδιάρθρωσης μεταφέρεται στους εργαζόμενους, οι οποίοι εδώ και πολλά χρόνια εμπεδώνουν με πολλούς τρόπους την ανασφάλεια του μεροκάματου μέσα από το διαρκές αγκομαχητό των «συμβάσεων έργου», της ακατάσχετης φιλολογίας περί ιδιωτικοποιήσεων, των πολιτικών εξελίξεων που κάθε φορά πιθανόν να σημαίνουν και ένα «οριστικό τέλος».
Την ίδια στιγμή στα ΙΚΕΑ, μια από τις ναυαρχίδες του τριτογενή τομέα, η λύσσα των αφεντικών για ολοένα και περισσότερα κέρδη έχει από τη μια μεριά συσσωρεύσει την πείρα χειρισμού των «παραδοσιακών» εργασιακών σχέσεων και από την άλλη πειραματίζεται διαρκώς, εφαρμόζοντας στις σχέσεις αυτές τα επιστημονικά πλέον αποτελέσματα του κλάδου της «διαχείρισης ανθρώπινων πόρων». Όλοι αυτοί οι πειραματισμοί στο πλαίσιο της διάρθρωσης των νέων εργασιακών σχέσεων διευκολύνονται μέσα σε ένα κλίμα γενικευμένης ανασφάλειας, συνθηκών λιτότητας και υποστολής των κοινωνικών αντιστάσεων. Αυτό σημαίνει ότι τα περιθώρια σκλήρυνσης της στάσης των αφεντικών παράλληλα με το βάθεμα της εκμετάλλευσης αυξάνονται σε κάθε τομέα της παραγωγικής διαδικασίας.
Η καπιταλιστική επιθετικότητα δεν περιορίζεται στην περιστολή των θεσμισμένων κατακτήσεων των εργατικών αγώνων και στην ακυρωτική ερμηνεία των νόμων που θεσμίζουν τις διεκδικητικές ή αμυντικές στάσεις στους εργασιακούς χώρους αλλά ανοίγουν διαρκώς δρόμους για την παράκαμψη με κάθε τρόπο του οποιουδήποτε θεσμικού πλαισίου υπεράσπισης των εργαζομένων. Μέσα σε ένα τέτοιο καθεστώς, ο συνδικαλισμός αποτελεί ένα σύστημα αντίληψης που, πέρα από τα όποια προβληματικά χαρακτηριστικά από καταβολής του, έχει ματαιωθεί από τις κομματικές και πελατειακές αγκυλώσεις…
…Βρισκόμαστε λοιπόν μπροστά σε ένα ανοιχτό ζήτημα. Τελειώνοντας με τον κατεστημένο συνδικαλισμό αλλά και κάθε μορφή συνδικαλισμού που διαχωρίζεται μέσα στο φάσμα της καθημερινής ζωής και στη συνέχεια ιεραρχείται ως “καταλυτική ανατρεπτική δύναμη”, ποια είναι αυτή η αυθεντική ριζοσπαστική συλλογική απάντηση που μπορεί να ρηγματώσει την απάθεια και την ανοχή των εκμεταλλευόμενων μέσα στους εργασιακούς χώρους;
Αυτά τα ερωτηματικά θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε μαζί με όσους και όσες τα συμμερίζονται τη Δευτέρα 5 Μάη στις 7.30 το απόγευμα στο Άλσος του Μπαρουτάδικου.