κρίση και ουτοπία

Τί θα μπορούσε να προσφέρει ένα ακόμη κείμενο για την «κρίση» μέσα στον πληροφοριακό ορυμαγδό που βομβαρδίζει την κοινωνική συνείδηση τους τελευταίους μήνες;  Καταρχήν, όλοι και όλες έχουμε συνειδητοποιήσει ότι είμαστε στην αρχή του ξεσπάσματος μιας μεγάλης θεσμικής επίθεσης ενάντια σε ό,τι έως σήμερα είχαμε ως δεδομένο για την άρθρωση της καθημερινής ζωής: την «δουλειά», τον «μισθό», τον «ελεύθερο χρόνο», την «παιδεία», την «ασφάλιση», την «πολιτική σκηνή», τα «όρια του κράτους» στην «ιδιωτική» ζωή, τα «χρέη» και τις «οφειλές», τις «υποχρεώσεις» και τα «δικαιώματα», τα όρια της εξαθλίωσης και του κοινωνικού αποκλεισμού. Τούτες τις μέρες που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν έχει ακόμη βιωθεί η υλικότητα αυτής της επίθεσης και κανείς δεν μπορεί να μιλήσει με σιγουριά για την κοινωνική της πρόσληψη. Η συντριπτική πλειονότητα στην επικράτεια παρακολουθεί με ελάχιστη ψυχραιμία την αδιάκοπη ανακοίνωση δυσμενών μέτρων που δεν αγγίζουν ούτε στο ελάχιστο αυτούς που θα αναγνωρίζονταν ως υπεύθυνοι -και συνεπώς  ωφελημένοι- για την τρέχουσα κρίση, την λεγόμενη κυρίαρχη τάξη, τις ομάδες μεγάλων συμφερόντων, τους πολιτικούς τους υπάλληλους και διάφορους άλλους πολυπαραγοντικούς παρατρεχάμενους. Έως εδώ τίποτε το καινοφανές.


Πρέπει, ωστόσο, να γίνουν μερικές επισημάνσεις. Η κρίση είναι οικονομική αλλά δεν είναι μόνον οικονομική. Το γεγονός ότι αποτελεί μέρος μιας παγκοσμιοποιημένης καπιταλιστικής σχέσης -και δεν μπορεί να ειδωθεί έξω από αυτήν- είναι αρκετά καταλυτικό για να κατανοηθεί τόσο το μέγεθος του προβλήματος  όσο και οι προοπτικές ξεπεράσματός του. Η κρίση του καπιταλισμού δεν είναι μόνο οικονομική αλλά συστημική. Αυτό σημαίνει ότι ξεδιπλώνονται πολλές μεταβλητές που αφορούν οριακά δομικά αδιέξοδα. Υπάρχει κρίση νομιμοποίησης της αστικής δημοκρατίας με τους απανταχού υπήκοους όχι μόνο να απέχουν αλλά και να εχθρεύονται όλο και περισσότερο τις θεσμικές τους «υποχρεώσεις». Η κρίση επομένως είναι και πολιτική. Πέραν τούτου, οι τεράστιες μετακινήσεις πληθυσμών ως απόρροια των βίαιων γεωστρατηγικών αναδιατάξεων της παγκόσμιας κυριαρχίας, έχουν δηγμιουργήσει ρωγμές στην εθνοκρατική συνοχή, μια συνοχή που αποτελεί δομική αντίληψη της συγκρότησης των αστικών δημοκρατιών. Οι πληθυσμοί αυτοί έχουν γίνει μια ανεξάρτητη μεταβλητή που υπονομεύει την καπιταλιστική κοινωνική σταθερότητα. Οι κοινωνικές ανισότητες έχουν διευρυνθεί, έχουν βαθύνει, έχουν διασταλεί, έχουν αποκτήσει νέες αντιθετικές δυναμικές που ρηγματώνουν το καπιταλιστικό συνεχές. Η κρίση είναι και κοινωνική. Την ίδια στιγμή είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο πλανήτης έχει ξεπεράσει τα όρια της αντοχής και της ανοχής του απέναντι στην αδηφάγα καπιταλιστική συσσώρευση. Η φύση θα ξεβράσει το μοναδικό της πλάσμα που απέκτησε συνείδηση για να την χρησιμοποιήσει όχι μόνο ενάντια στον εαυτό του αλλά και σε ό,τι οργανικό κι ανόργανο μπορεί να γίνει καύσιμο της τυφλής του ματαιοδοξίας. Η κρίση είναι και περιβαλλοντική.


Αν όλο αυτό το παγκοσμιοποιημένο μοντέλο δομικών αδιεξόδων προσομοιωθεί στην ελληνική ιδιοτυπία θα αυξηθούν όλες οι συνιστώσες του αλγοριθμικά. Μια τρύπα στην γεωγραφία ιδανική για πειράματα καπιταλιστικών διευθετήσεων βεληνεκούς διεθνικών διευθυντηρίων, διακρατικών εκκρεμοτήτων μέσα σε υπερεθνικό μηχανισμό, ενδοκρατικών θεσμικών αδρανειών, χρηματοπιστωτικού τζόγου, μη ανταγωνιστικών κεφαλαίων, ανοιχτών λογαριασμών με τον κοινωνικό παράγοντα της υπονόμευσης της πολιτικής σταθερότητας.


Μέσα σε όλη αυτή την συνθήκη, η ισχύς της κρατικής αποφασιστικότητας είναι αδιαμφισβήτητη και τα μέτρα που πρόκειται να εφαρμοστούν θα οδηγήσουν νομοτελειακά σε μια πρωτόγνωρη εξαθλίωση, όπως εξάλλου συνέβη οπουδήποτε παρενέβη έως σήμερα το ΔΝΤ για να  «ξεπεραστεί η κρίση». 40 χώρες μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο μέχρι σήμερα εγγυώνται τη νομοτέλεια αυτής της γενικευμένης κοινωνικής λεηλασίας. Την  τελευταία δεκαετία η Αργεντινή, η Τουρκία, η Ουγγαρία και η Ρουμανία έχουν «καταφύγει» στο ΔΝΤ με τις «εθνικές τους οικονομίες» να έχουν ανακάμψει έχοντας αφήσει πίσω νεκρούς, εξαθλιωμένους, απαξιωμένους και ταπεινωμένους τους πληθυσμούς, ρημαγμένες τις κοινωνίες. Η Τουρκία, η Ουγγαρία και η Ρουμανία δεν έζησαν καμία κοινωνική αντίσταση, καμία διευρυμένη άρνηση, καμία αξιοπρεπή ανυπακοή. Η Αργεντινή, αντίθετα, βίωσε θηριώδεις αντιστάσεις, το ΔΝΤ «απέτυχε» στην καπιταλιστική παλινόρθωση σε αντίθεση με τις άλλες χώρες, η Αργεντινή δήλωσε πτώχευση, το ΔΝΤ έφυγε, και ακόμη μέχρι τις μέρες μας η λεηλασία είναι καταφανής στις «πόλεις της μιζέριας» που αφήνει πίσω της η «κρίση»…


Όλα αυτά καταδεικνύουν ότι η κρίση είναι συστημική και μόνον έτσι πρέπει να απαντηθεί. Το ζήτημα δεν είναι η «ανόρθωση της οικονομίας» όπου, στο προκείμενο, έχει ήδη τεκμηριωθεί και η ανυπαρξία οποιασδήποτε τέτοιας προοπτικής ως απόρροιας των συγκεκριμένων μέτρων. Πρέπει να τραβηχτεί μια κόκκινη γραμμή των «από κάτω» απέναντι στην θεσμισμένη εξουσία  όσον αφορά το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης. Όχι μόνο δεν πρόκειται να πληρώσουμε τίποτε αλλά σκοπεύουμε να πάρουμε όλα αυτά που μας ανήκουν από την καπιταλιστική εργολαβία. Την ίδια στιγμή ο τρόπος που θα απαντήσουμε δεν μπορεί να ενταχθεί στην κυρίαρχη αντίληψη για την έννοια της πολιτικής μάχης. Η πολιτική ως διαχείριση της εξουσίας έχει ήδη αγγίξει τα όριά της και αυτό φάνηκε τον Δεκέμβρη του 2008. Η πολιτική ως ενασχόληση με τα κοινά επιστρέφει από την εξορία του επιτηδευμένου αρχαϊσμού εμπλουτισμένη με τους όρους της αυτονομίας, της αυτοοργάνωσης, της ισοτιμίας, της κατάργησης των διακρίσεων και των διαχωρισμών κάθε είδους, της κατάργησης των κοινωνικών και πολιτικών διαμεσολαβήσεων, των αντιπροσώπων, των ηγετών και των ειδημόνων της αμφισβήτησης. Την ίδια στιγμή πρέπει να εισαχθεί στις κοινωνικές σχέσεις με δυναμικούς όρους η έννοια της αλληλεγγύης στον αντίποδα του κοινωνικού κανιβαλισμού, του αδιάλλακτου αγώνα ενάντια στις ξεφτιλισμένες ρατσιστικές ρητορείες, ενάντια σε οποιαδήποτε επιθετική μικροαστική απόπειρα στόχευσης των κοινωνικά αποκλεισμένων. Για όλα αυτά, το «τερέν» δεν είναι στα σαλόνια και τους καναπέδες αλλά στους δημόσιους χώρους που θα ζωντανέψουν από τις θορυβώδεις  διαδραματίσεις της δημόσιας ζωής αποτινάσσοντας τα δεσμά της αδήριτης εμπορευματοποίησης. Και φυσικά, από τις προτάσεις δεν πρέπει να λείπει το λευτέρωμα της φύσης, η ανάσα της γης και των δέντρων, ο αδιαπραγμάτευτος σεβασμός στα ζώα, η πολεμική στην αστική διατροφή, η επαναδιαπραγμάτευση της ενέργειας και των υλικών όρων του αστικού πολιτισμού.


Έτσι κι αλλιώς, ουτοπία δεν είναι ότι θέλουμε να ανατρέψουμε αυτή την συνθήκη, ουτοπία είναι να πιστεύουμε ότι μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *